Ο κίνδυνος ιδεολογικής συντριβής κι απαξίωσης της αριστεράς 
EUROKINISSI ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ
EDITORIAL

Ο κίνδυνος ιδεολογικής συντριβής κι απαξίωσης της αριστεράς 

SHARE THIS

Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης μπαίνει σε μια περίοδο ισχυρής περιδίνησης υπαρξιακού χαρακτήρα και, με δεδομένο ότι σε ένα μήνα θα έχουμε νέες εκλογές, θα κληθεί να απαντήσει σε πολλά διλήμματα υπό δραματικές συνθήκες πίεσης.

Γράψαμε χθες για τα πέντε πρώτα βασικά συμπεράσματα από την εκλογική μάχη της Κυριακής, την στρατηγική νίκη της ΝΔ, την στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και την ανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ σε βαθμό που κοντράρει την πολιτική και εκλογική ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ στο χώρο της αριστεράς και της κεντροαριστεράς.

Μπαίνουμε στο δεύτερο 24ωρο αυτού του σοκαριστικού εκλογικού αποτελέσματος, ακόμα και για την ΝΔ και τον κ. Μητσοτάκη, το οποίο ωστόσο, πέρα από την εκκωφαντική έκταση της νίκης της ΝΔ – ισχυρότερη ακόμα κι από εκείνη του Ανδρέα Παπανδρέου της «Αλλαγής» το 1981 – επιβεβαιώνει έναν παραδοσιακό εκλογικό κανόνα, ότι τις εκλογές τις κερδίζει αυτός που έχει καθαρή στρατηγική και εκπέμπει το πιο καθαρό μήνυμα, με το πιο καθαρό ύφος, από τα κατάλληλα δίκτυα, με την κατάλληλη πλαισίωση.

Στην κάλπη της περασμένης Κυριακής ενισχύθηκε ακόμα η θέση όσων ισχυρίζονται ότι η ελληνική κοινωνία έχει κλείσει πίσω της την περίοδο της κρίσης. Στην πραγματικότητα ο κύκλος αυτός δεν έχει κλείσει, καμία κρίση δεν έχει παρέλθει, οι συνέπειες είναι εδώ και μία πιθανή, νέα κλιμάκωση της οικονομικής κρίσης δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αποκλείεται τα επόμενα χρόνια. Η χώρα έχει κάνει κάποια βήματα αυτά τα τέσσερα χρόνια, ειδικά μέσα στην πανδημία και την ενεργειακή κρίση, φυσικά και δεν βρισκόμαστε στο 2014 ή στο 2017 και το 2018, όμως η πόρτα της περιόδου της κρίσης δεν έχει κλείσει ολοκληρωτικά πίσω μας.

Οι πολίτες με την επιλογή τους να στηρίξουν μαζικά τη ΝΔ έδειξαν ότι δεν θέλουν να ακούν για κρίση, δεν θέλουν να ακούν το λεξιλόγιο και τη ρητορική της δεκαετίας του 2010, δεν θέλουν να βλέπουν τις επικοινωνιακές στρατηγικές εκείνης της περιόδου, των σκοτεινών χρόνων των μνημονίων, παρότι είναι κοινή παραδοχή, ανεξαρτήτως κομματικής προτίμησης και ψήφου, ότι ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας φτωχοποιείται καθημερινά, οι ανισότητες βαθαίνουν, το brain drain συνεχίζεται, η εργασιακή φτώχεια κορυφώνεται, το βιοτικό επίπεδο χαμηλώνει συνεχώς. Ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας δεν θέλει ακούει για κρίση, παρότι τη βιώνει καθημερινά, ή τουλάχιστον, δεν θέλει να ακούει για την κρίση με την ορολογία και το ύφος που θέλει να περνά το μήνυμα ο ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό είναι πρωτίστως θέμα πολιτικής επικοινωνίας, όχι πραγματικότητας.

Όσοι δεν αντιλήφθηκαν το παραπάνω, όσοι συνεχίζουν να μην αντιλαμβάνονται ότι η πολιτική είναι και επικοινωνία που ασκείται με πολλά και διαφορετικά εργαλεία, όχι μόνο ουσία, ήταν οι μεγάλοι ηττημένοι των εκλογών. Η ΝΔ γίνεται η δεύτερη κυβέρνηση στην μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας που αυξάνει το ποσοστό της μετά από εκείνη του ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη στις εκλογές του 2000, και μάλιστα σε συνθήκες απλής αναλογικής. Το κόμμα του κ. Μητσοτάκη, κεφαλαιοποιώντας ακόμα και πολιτικές της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όπως το περίφημο «μαξιλάρι» των 37 δισ. ευρώ, πάτησε στρατηγικά πάνω σε ένα ισχυρό κοινωνικό ρεύμα που ήθελε και θέλει πολιτική σταθερότητα χωρίς πολλά στοιχήματα, αλλαγές και πολιτικά ρίσκα.

Κατά τη διάρκεια της τετραετίας που ολοκληρώθηκε, ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε να επικοινωνήσει με πιο μετριοπαθή πολιτικά κοινά και εγκλωβίστηκε σε ένα φανατικό ακροατήριο που αλληλεπιδρούσε μόνο μεταξύ του, που έκανε ηχώ και τροφοδοτούσε την «καμαρίλα», έχοντας μία απολύτως στρεβλή εικόνα για την κατάσταση που πράγματι επικρατούσε στη χώρα, κυρίως όμως για τον τρόπο που η κοινωνία και οι ψηφοφόροι τον τοποθετούσαν σε σύγκριση με τη ΝΔ, αλλά και με το ΠΑΣΟΚ, όπως αποδείχθηκε κι από τις διαρροές προς το κόμμα του κ. Ανδρουλάκη. Στην Κουμουνδούρου απέτυχαν ή δεν στήριξαν επαρκώς κι αποτελεσματικά βασικές στρατηγικές επιλογές, όπως η απλή αναλογική -που τελικά οδήγησε στην αποσυσπείρωση του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ-, ενώ αποδείχθηκε καταστροφική και η εμμονή σε πρακτικές και ρητορική παλαιότερων εποχών σε μια κοινωνία που έχει αλλάξει, που έχει άλλες ανάγκες και προκλήσεις ή πλέον τις αναζητάει και τις εκφράζει διαφορετικά.

Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης μπαίνει σε μια περίοδο ισχυρής περιδίνησης υπαρξιακού χαρακτήρα και, με δεδομένο ότι σε ένα μήνα θα έχουμε νέες εκλογές, θα κληθεί να απαντήσει σε πολλά διλήμματα υπό δραματικές συνθήκες πίεσης. Η «αχίλλειος πτέρνα» του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει το έλλειμμα πολιτικής αξιοπιστίας και σε αυτό έχουν προστεθεί κι άστοχες επιλογές συγκεκριμένων υποψήφιων που αντί να ενισχύσουν, θόλωσαν τελείως το ιδεολογικό στίγμα του κόμματος. Η πρόταση για κυβέρνηση συνεργασίας με τον κ. Βαρουφάκη τρόμαξε πολλούς, η ηγεσία του κόμματος μιλούσε για «προοδευτική κυβέρνηση» παρότι οι πιθανοί εταίροι του έλεγαν όχι, παρότι δεν έβγαιναν οι ψήφοι και οι έδρες για να πραγματοποιηθεί αυτό το σενάριο, καταλήγοντας στο τέλος ο ΣΥΡΙΖΑ να κατηγορεί ΠΑΣΟΚ και ΜέΡΑ25 για μία πρόταση που ποτέ κανένα από τα δύο κόμματα δεν ήταν θετικά διακείμενο, που κανένα από τα δύο κόμματα δεν ήταν διατεθειμένο να στηρίξει.

Με τις σημερινές συνθήκες και τους σημερινούς συσχετισμούς, η νέα νίκη και η νέα αυτοδυναμία της ΝΔ μοιάζουν σχεδόν βέβαιες στις εκλογές της 25ης Ιουνίου, όπως εξίσου βέβαιο είναι ότι η πολιτική ζωή του τόπου μπαίνει σε ένα νέο κύκλο με πολλές αναδιατάξεις. Αν στον ΣΥΡΙΖΑ διαβάσουν το μήνυμα της κάλπης με το συνήθη τρόπο, όπως έκαναν το 2019 στην τριπλή εκλογική ήττα, θα προσφέρουν ακόμη περισσότερο χώρο, ακόμη περισσότερους λόγους στον κ. Νίκο Ανδρουλάκη να ελπίζει ότι δεν θα αργήσει η μέρα που το ΠΑΣΟΚ θα γίνει η ισχυρότερος πόλος του λεγόμενου προοδευτικού χώρου και, κατά συνέπεια, αξιωματική αντιπολίτευση. Η απώλεια 10 ποσοστιαίων μονάδων από το 2019 δεν οφείλεται ούτε στα ΜΜΕ, ούτε στις δημοσκοπήσεις, ούτε σε οποιοδήποτε άλλο λόγο ή φανταστικό εχθρό, πέρα από τους αποτυχημένους τακτικισμούς της πολιτικής ηγεσίας, του στενού πυρήνα και των στελεχών που απογύμνωσαν συνολικά το χώρο της αριστεράς με τις επιλογές και τις παραλείψεις τους, διαμορφώνοντας πλέον συνθήκες ιδεολογικής ηγεμονίας της ΝΔ και αντίστοιχα ιδεολογικής απαξίωσης της αριστεράς -και της κοινοβουλευτικής αριστεράς ειδικότερα- για τα επόμενα πάρα πολλά χρόνια.

Exit mobile version