Οι Βρυξέλλες αμήχανες μπροστά στη μεγάλη ενεργειακή κρίση
EUROKINISSI
EDITORIAL

Οι Βρυξέλλες αμήχανες μπροστά στη μεγάλη ενεργειακή κρίση

SHARE THIS

Διεθνείς οργανισμοί και προοδευτικοί οικονομολόγοι έχουν ήδη προειδοποιήσει από τον Απρίλιο για αυτή την κατάσταση, ωστόσο οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, όπως και στην περίπτωση της κρίσης του 2008, καθυστερούν να λάβουν κρίσιμες αποφάσεις, δρώντας κοντόφθαλμα και προς όφελος συγκεκριμένων ιδιωτικών συμφερόντων.

Τον περασμένο Μάρτιο στη Σύνοδο Κορυφής των κρατών-μελών της ΕΕ, ένα μήνα μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι Ευρωπαίοι ηγέτες μίλησαν για την προετοιμασία ενός πλάνου απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο και παράλληλα για την αναζήτηση μιας ειρηνευτικής λύσης. Δύο μήνες μετά, τίποτα από τα δύο δεν έχει προχωρήσει με τις πολιτικές ηγεσίες να καθυστερούν επιδεικτικά να προσφέρουν λύσεις και να προστατέψουν, έστω με τρόπο προσωρινό, τις ευρωπαϊκές κοινωνίες από τις μεγάλες συνέπειες της ενεργειακής κρίσης.

Κατά την κλασική μέθοδο της παραπομπής κρίσιμων θεμάτων στο μέλλον, οι Ευρωπαίοι πολίτικοι συμφώνησαν πριν δύο μήνες ότι διαφωνούν για το τρόπο δράσης, παρότι βλέπουν τα προβλήματα να διογκώνονται μπροστά στα μάτια τους. Έφτασε όμως η ώρα για τους 27 της ΕΕ για να δώσουν απαντήσεις στα αδιέξοδα: Θα προχωρήσει το πλάνο απεξάρτησης από τη ρωσική ενέργεια; Θα ληφθούν ευρωπαϊκά μέτρα για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις που πλήττονται μαζικά και βαθιά από το ενεργειακό κόστος; Θα γίνουν διπλωματικές κινήσεις προς τη Ρωσία για να βρεθεί λύση στην Ουκρανία; Τι θα γίνει με τις επενδύσεις στον τομέα της άμυνας και τις περίφημες διακηρύξεις της Γερμανίας περί δημιουργίας ταμείου 100 δισ. ευρώ;

Για όλα τα παραπάνω ερωτήματα δεν υπάρχει απάντηση. Δεν έχουμε δει μέχρι τώρα καμία προσπάθεια σύγκλισης των διαφορετικών συμφερόντων των κρατών-μελών, ούτε διαφαίνεται κάποια κινητικότητα σε συλλογικό επίπεδο για την πάταξη της κερδοσκοπίας και τη στήριξη της ευρωπαϊκής οικονομίας. Μόνο οι κυβερνήσεις της Ισπανίας και της Πορτογαλίας δρουν για να προστατέψουν το κοινωνικό συμφέρον, προσπαθώντας παράλληλα να προωθήσουν μια προοδευτική ατζέντα στις Βρυξέλλες. Εις μάτην, προς το παρόν, καθώς τόσο η Κομισιόν, όσο και η Γαλλία και η Γερμανία διστάζουν. Μείζον ζήτημα πολιτικής ηγεσίας σε Παρίσι και Βερολίνο, παρά το γεγονός ότι τόσο ο Μακρόν όσο και ο Σουλτς έχουν λάβει νωπή λαϊκή εντολή και δεν είναι μπλεγμένοι σε εσωκομματικές υπολογισμούς και διελκυστίνδες.

Αν κάπου φαίνεται να υπάρχει κάποια μορφή συναίνεσης και διάθεση συνεργασίας, αυτή εντοπίζεται στο ζήτημα της αμυντικής συνεργασίας, κυρίως, για να είμαστε σαφής, στο πώς θα αυξηθούν οι εθνικές αμυντικές δαπάνες με την διοχέτευση κρίσιμων κρατικών πόρων για την τόνωση της αμυντικής βιομηχανίας. Πόρων, δηλαδή, που θα έπρεπε να κατευθυνθούν προς κοινωνικές δαπάνες και δημόσιες επενδύσεις για την τόνωση της εργασίας αντί για την περαιτέρω στρατιωτικοποίηση και ΝΑΤΟποίηση της ΕΕ.

Οι πολιτικοί ηγέτες της ΕΕ, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν θέλουν να δυσαρεστήσουν τα επιχειρηματικά καρτέλ που βγάζουν ασύλληπτα κέρδη από την πρωτοφανή αναταραχή σε βάρος των Ευρωπαίων πολιτών. Όσο οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, ειδικά οι πιο αδύναμες όπως η ελληνική, βρίσκονται εγκλωβισμένες σε ένα μεγάλο σπιράλ οικονομικής κρίσης και παρατεταμένη κρίση ενεργειακής ακρίβειας και πληθωρισμού, το μόνο που μπορούμε να αναμένουμε είναι ένας βαθύς κύκλος ύφεσης. Διεθνείς οργανισμοί και προοδευτικοί οικονομολόγοι έχουν ήδη προειδοποιήσει από τον Απρίλιο για αυτή την κατάσταση, ωστόσο οι κυβερνήσεις, όπως και στην περίπτωση της κρίσης του 2008, καθυστερούν να λάβουν κρίσιμες αποφάσεις, δρώντας κοντόφθαλμα και προς όφελος συγκεκριμένων ιδιωτικών συμφερόντων.

Για πόσο ακόμα θα αντέξουμε, με τις συνέπειες της πανδημίας και της δεκαετούς κρίσης που προηγήθηκε να είναι ορατές, είναι ένα ερώτημα στο οποίο κανείς δεν μπορεί να απαντήσει. Οι ευρωπαίοι ηγέτες έχουν σήμερα μια ευκαιρία να κάνουν κάτι, να πάρουν κάποιες σημαντικές αποφάσεις; Θα το κάνουν όμως;

Exit mobile version