Να δώσουμε μάχη απέναντι στο διαρκές «χαμήλωμα» της ζωής μας
EUROKINISSI ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ
EDITORIAL

Να δώσουμε μάχη απέναντι στο διαρκές «χαμήλωμα» της ζωής μας

SHARE THIS

Μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, ιδιαίτερα τα νεότερα σε ηλικία άτομα, θέλουν επιτέλους να έχουν έναν κάποιον έλεγχο στη ζωή τους και αναζητούν διεξόδους πέρα από τις εκδοχές μίας επιβιωτικής μιζέριας, όπως αυτή που αναπαράγεται την τελευταία τουλάχιστον δεκαετία.

Πλησιάζοντας προς τις εθνικές εκλογές, είναι λογικό κι αναμενόμενο να συζητάμε και να αναρωτιόμαστε «ποια κοινωνία θέλουμε», «ποια πολιτική θέλουμε» και ποια πολιτική δύναμη ή ποιες πολιτικές δυνάμεις μπορούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες μας και να εκπληρώσουν τα οράματα της κοινωνικής πλειοψηφίας, τα προσωπικά και τα συλλογικά μας οράματα.

Η παραπάνω συζήτηση διατρέχει το κοινωνικό σώμα καθ’όλη τη διάρκεια της τετραετίας, απλά τώρα κορυφώνεται. Η κυβέρνηση διαμέσου του πρωθυπουργού διεκδικεί εσχάτως, μετά και την τραγωδία των Τεμπών, τη «συνειδητοποίηση» όλων των εθνικών παθογενειών από καταβολής της χώρας, λες και μέχρι τώρα δεν τις γνώριζε ή δεν είχε βρεθεί αντιμέτωπη ποτέ στο παρελθόν με αυτές.

Η αντιπολίτευση, από την πλευρά της, καταγγέλλει την αποδιάρθρωση του κράτους προς όφελος συγκεκριμένων συμφερόντων, ρίχνοντας κλεφτές ματιά στο μεγάλο κοινωνικό κίνημα και τις διαδηλώσεις στη Γαλλία, προσπαθώντας να «ξυπνήσει» την κοινωνία και να τροφοδοτήσει παραλληλισμούς μεταξύ των όσων συμβαίνουν επί Μακρόν και των όσων συμβαίνουν επί Μητσοτάκη.

Αν φύγουμε από τα διλήμματα που θέτουν τα κόμματα και θέσουμε στο προσκήνιο τα διλήμματα και τις ανησυχίες που έχουμε εμείς ως κοινωνικό σύνολο, πιέζοντας τα κόμματα να έρθουν προς εμάς και όχι να πάμε εμείς προς αυτά, θα αναγνωρίσουμε ίσως, θα παραδεχτούμε ενδεχομένως, ότι οι αλλεπάλληλες κρίσεις των τελευταίων πολλών χρόνων οδηγούν σε κάποια συμπεράσματα που μπορεί να μην ικανοποιούν την μονοδιάστατη, συγκρουσιακή εικόνα που καλλιεργούν τα φανατικά «στρατόπεδα» των πολιτικών κομμάτων.

Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι το μοντέλο του καπιταλισμού, στη φάση που βρίσκεται σήμερα, αντιμετωπίζει όλο και πιο συχνά δομικά προβλήματα που αντανακλώνται στις πολλές, μεγάλες και διαρκείς κρίσεις που βιώνουμε. Μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, ιδιαίτερα τα νεότερα σε ηλικία άτομα, θέλουν επιτέλους να έχουν έναν κάποιον έλεγχο στη ζωή τους και αναζητούν διεξόδους πέρα από τις εκδοχές μίας επιβιωτικής μιζέριας, όπως αυτή που αναπαράγεται την τελευταία τουλάχιστον δεκαετία. Αυτό δεν έχει τόσο να κάνει με την αναμόχλευση μίας γοητείας της «φούσκας» του παρελθόντος, και ιδιαίτερα της δεκαετίας του ’90 και των αρχών της δεκαετίας του ’00, όσο μίας διαφορετικής αποτίμησης της ατομικής φιλοδοξίας και των προσδοκιών για τη ζωή και την ευτυχία.

Τα μνημόνια, η πανδημία, η επίμονη οικονομική κρίση, οι μισθοί πείνας, η αφόρητη ακρίβεια, το διογκούμενο κόστος στέγασης έχουν κάνει κάτι παραπάνω από αισθητό ένα σημαντικό κενό κοινωνικής και οικονομικής προστασίας για ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας. Όσο κι αν έχουμε συγκρούσεις και διαμάχες για ζητήματα ταυτότητας, το αξιακό μας σύστημα ή τις πολιτικές μας αξίες, υπάρχει πάντα εκεί, ορατό και διακριτό σε πάρα πολλούς, ένα μείζον κοινωνικό ζήτημα με υπαρξιακές αναφορές και επιπτώσεις.

Σε αυτό κοινωνικό ζήτημα εντάσσονται ερωτήματα που αφορούν την ποιότητα της ζωής που θέλουμε, την αμοιβή της εργασίας μας, το είδος της κοινωνικής και πολιτικής δημοκρατίας που θέλουμε, τις διεκδικήσεις που έχουμε για το σήμερα και το αύριο. Απέναντι σε αυτά τα ερωτήματα μεθοδικά καλλιεργείται από πλήθος ΜΜΕ, αλλά και από τα κόμματα, μία αντίληψη παραίτησης, μία αντίληψη που τρέφει την μοιρολατρία, μία αντίληψη που τροφοδοτεί μία σχεδόν αντανακλαστική προσέγγιση σε όλα τα ζητήματα, όπως, π.χ στην αύξηση του κατώτατου μισθού, όπου το ένα κόμμα πλειοδοτεί με αστείες αυξήσεις έναντι του άλλου, σε ένα γελοίο και προβληματικό για τη νοημοσύνη μας πολιτικό «πινγκ πονγκ».

Βιώνουμε live, ζωντάνα όπως λέμε, μία επώδυνη πολιτισμική μεταβολή που χαμηλώνει το επίπεδο και την ποιότητα της δημοκρατίας μας, της καθημερινότητας και της ζωής μας, της εργασίας μας, της λαϊκής κουλτούρας, της τέχνης γενικότερα. Μπαίνουμε σε αχαρτογράφητα νερά σε πολλά επίπεδα, ωστόσο μέσα σε αυτή τη δίνη υπάρχει κάτι πιο καθαρό από ό,τι άλλο, που το γράψαμε και παραπάνω και το υπογραμμίζουμε ξανά εδώ: η αναζήτηση διεξόδων πέρα από τις εκδοχές μίας επιβιωτικής μιζέριας, όπως αυτή που αναπαράγεται την τελευταία τουλάχιστον δεκαετία.

Η κοινωνική ελευθερία, η οικονομική ασφάλεια, η πραγματική πολιτισμική χειραφέτηση και η ρήξη με τον αντικοινωνικό, φτηνό και επίπεδο ατομικισμό αναζητούν αξιόπιστη πολιτική έκφραση. Ποιο κόμμα ή ποια συμμαχία κομμάτων μπορεί να εκφράσει αυτή την κοινωνική ανάγκη; Υπάρχουν αυτά τα κόμματα σήμερα ή θα πρέπει να τα φανταστούμε εμείς; Μπορούν τα σημερινά κόμματα να έρθουν πιο κοντά στις δικές μας ανάγκες και να απομακρυνθούν από τα δικά τους διαχειριστικά, μικροκομματικά ζητήματα;

Οι μεγάλες και επίμονες κρίσεις που βιώνουμε, πέρα από την ανάδειξη των ορίων του σημερινού καπιταλιστικού μοντέλου, αποκαλύπτουν και την οραματική πενία των πολιτικών κομμάτων, που στην ουσία τους μένουν εγκλωβισμένα είτε σε μία αφ’ υψηλού προσέγγιση της πολιτικής και σε ένα βοναπαρτισμό, είτε σε μία ρηχή, αντιδραστική πολιτική και σε αδρανή συνθήματα ενός ριζοσπαστισμού του παρελθόντος. Χρειαζόμαστε κάτι παραπάνω από αυτό και σήμερα το συνειδητοποιούμε ίσως περισσότερο από ποτέ.

Exit mobile version